στίχοι


[ Άλλοθι - Βροχή μου - Περικοπές ενός απόκρυφου ευαγγελίου - Ημερολόγιο - Μέρες Αδέσποτες - Κορώνα Γράμματα - Ο Γορίλας - Απ τον παράδεισο - Κόκκινο θολό φεγγάρι - Ο Άμλετ της Σελήνης - Δεν είμαι άλλος - Θα 'θελα να 'σουνα εδώ - Το Δώρο - Η τράπουλα - Αν ακους - Άβατο - Η εποχή των ανέμων - Είσαι ακόμα εδώ - Με τον Έκτορα - Ζώη - Ιστορία παλιά - Χορεύω - Αγάπη - Μείνε - Ας χαθείς - Κανείς δεν έρχεται - Εσύ, η πόλη μου - Πιο πέρα από τα μάτια ]



Άλλοθι


Μες στα δίχτυα μου σκαρφαλώνουν
ψάρια ασημιά και μια χούφτα αναπνοή
κι η προσευχή τους που στεγνώνει
σαν ουρλιαχτό σημαδεύει τ αστέρια
μήπως ραγίσει και πέσει η αγάπη
με τα δυο μάτια μου κοιτάζω ψηλά
με τα δυο χέρια μου γιορτάζω τη λάσπη

Ότι σκότωσα πουλάω
μα αυτό το αίμα με δένει σφιχτά
σ ένα αρραβώνα ακριβό
Είμαι ένα σκυλί που γαυγίζει στ αστέρια
μήπως ραγίσει και πέσει η αγάπη
με τα δυο μάτια μου κοιτάζω ψηλά
με τα δυο χέρια μου γιορτάζω τη λάσπη

Στο βυθό σου ανοίγω πάλι
μαργαριτάρι σου είμαι κι αρρώστια
μα η αγκαλιά μου κοράλλι
Όστρακο πούχει δαγκώσει τ αστέρια
μήπως ραγίσει και πέσει η αγάπη
με τα δυο μάτια μου κοιτάζω ψηλά
με τα δυο χέρια μου γιορτάζω τη λάσπη

Στο θεό μου τραγουδάω
και η φωνή μου τον κάνει θεό
κι ας τον προσβάλλει η ζωή μου
σφίξε με κι άλλο στη μοίρα σου απάνω
μήπως ραγίσει και πέσει η αγάπη
με τα δυο μάτια μου κοιτάζω ψηλά
με τα δυο χέρια μου γιορτάζω τη λάσπη

Resto dint
o destino tuoi
a dint a te veco nu munn diverso
Canto a nu Dio ca nun credo a mio
e a voce mia nu sciato addiventa n cielo
ma l anima mia ten o culore do chainto


Βροχή μου

 

Βρέχει κι εγώ τυλίχτηκα
σ αυτή την αγκαλιά
στα σκουριασμένα σύννεφα
στα φύλλα, στης βρεγμένης γης τη μυρωδιά

Ας ήτανε να πνιγώ
σαν μια σταγόνα,
μέσα στα χείλια σου εγώ
Βροχή μου
σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά

Βρέχει και στους καταυλισμούς
χορεύουν τα παιδιά
στάζει ο Θεός στις προσευχές
στο ντέφι, στις καρδιές, στα πόδια τα γυμνά

Ας ήτανε να πνιγώ
σαν μια σταγόνα,
μέσα στα χείλια σου εγώ
Βροχή μου
σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά

Ήρθες βροχή μου κι άλλαξες
το δρόμο και το νου
και βούλιαξε το βήμα μου
ποτάμι κι άθελα μου με τράβηξε αλλού

Ας ήτανε να πνιγώ
σαν μια σταγόνα,
μέσα στα χείλια σου εγώ
Βροχή μου
σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά


Περικοπές ενός απόκρυφου ευαγγελίου

Κανείς δεν είναι της γης το αλάτι
κι όμως όλοι μας μες στη ζωή
κρύβουμε αυτό το ανεκτίμητο κάτι
που είναι το αλάτι της γης για μια στιγμή

Δεν είναι ένοχοι όλοι οι δολοφόνοι
Ούτε αθώοι όλοι οι δικαστές
Μα θάταν όμορφο καθώς ξημερώνει
κι οι δύο τους να ανήκαν στο χθές

Τίποτα δεν χτίζεται πάνω στην πέτρα
Όλα πάνω στην άμμο χτίζονται
Μα εγώ θα χτίζω πάνω στην άμμο
Σαν να ήταν η άμμος πέτρα

Μη την λατρέψεις τυφλά την αλήθεια
γιατί ο καθένας μας την έχει αρνηθεί
μέσα σε μια μέρα μονάχα
χίλιες φορές για να σωθεί

Αν θα σε βάλει σε πειρασμό το κορμί σου
συγχώρεσέ το κι άκου τι λέει
τι κρύβει το σώμα, τι κρύβει η ψυχή σου
αυτό μπορεί να μην το μάθεις ποτέ

Τίποτα..

Ούτε η εκδίκηση ούτε η συγνώμη
βρήκαν μέσα σου κάποια γωνιά
Η λησμονιά είναι η μόνη συγνώμη
και η μόνη εκδίκηση η λησμονιά

Ρίξε τα μαργαριτάρια στ αγρίμια
Δως την καρδιά σου εκεί στα σκυλιά
Οσοι αγαπάνε τη ζωή ξοδεύονται
Δίνονται, δίνονται κι είναι αυτό που μετράει

Τίποτα..

Ευτυχισμένοι, τέλος, όσοι αγαπάνε
κι όσοι αγαπιούνται δεμένοι σφιχτά
ευτυχισμένοι κι όλοι όσοι μπόρεσαν
να ξεπεράσουνε αυτά τα δεσμά

Τίποτα..

 
Ημερολόγιο

Τόσα χρόνια μες στους χάρτες μου σε ψάχνω
και ας μην έσκυψες ποτέ
στο μέτωπό μου με τα δυο σου χείλια
ν αφήσεις μια ανάσα στη ζωή μου
Κι αν η προσευχή μου οινόπνευμα μυρίζει
καπνό και πυρετό
Στο γυάλινο το κύμα τ όνομά σου φωνάζω
να καθρεφτιστεί η φωνή μου
Και στην όχθη που χτενίζεσαι ακουστεί σαν αλμυρό τραγούδι που σου φέρνει
ερωτευμένο το νερό
Και στο διάβολο πουλάω την ψυχή μου εγώ για να βρεθώ απόψε τυλιγμένος στου
κορμιού σου το βυθό

Κάπου η νύχτα μεσοπέλαγα κρεμιέται
στην αγχόνη του ουρανού
και ο δαίμονας καβάλα στο σκοτάδι
αρπάζει τη μετέωρη ευχή μου
και σαν άστρο καυτερό προς το νησί σου
τα λόγια μου πετάει πληγώνοντας τα βράχια και την άμμο
στη χτένα σου καρφώνει την ψυχή μου
και σταγόνα τη σταγόνα κυλάω εγώ
σαν αλμυρό νερό στους ώμους και στον ακριβό σου το λαιμό
και ας μην το ξέρω πως του λόγου σου στην ανεμόσκαλα εκεί
με περιμένει για να μου λιμάρει το σχοινί

Πάνε χρόνια που αντίκρυ αναβοσβήνουν τα φώτα κάποιας γης
τα φώτα κάποιας ξεχασμένης νήσου,
που λένε είν οι κορφές του παραδείσου
Μα το ξέρω είναι της θάλασσας τα μάγια,
δεν υπάρχει αυτή η στεριά
μιας και κανείς ποτέ του εκεί δεν πήγε
γι αυτό σφιχτά κρατιέμαι στο κορμί σου.
Και μπροστά απ τους κολασμένους περνάω εγώ
σαν μια σκια που σεργιανάει στον Αδη τη δικιά σου μυρωδιά
και είναι, λέω, ο παράδεισος για μας αγάπη μου μικρή να μοιραζόμαστε τούτη
την κόλαση μαζί


Μέρες αδέσποτες
 
Σαν κι εσένα μ ένα κόμπο στο λαιμό
σε ώρες άσχετες ξεσπάω το θυμό
Σαν κι εσένα στις πλατείες της σιωπής
τον ίσκιο μου τραβάω

Σαν κι εσένα διαμελίζομαι στο φως
Μέσα σ αυτό το πλαστικό το καθεστώς
Και τη νύχτα στα κομμάτια μου
Γυρνώ και τα ξανακολλάω

Μέρες αδέσποτες σφυρίζουν στο μπαλκόνι μου
Μέρες αδέσποτες σφηνώθηκαν στην πόλη μου
Σημαδεύουνε το μέλλον, πετυχαίνουν το παρόν
και με στρίμωξαν σ ατέλειωτο κρυφτό

Σαν κι εσένα το πρωΐ στην αγορά
Ψάχνω ένα φτηνό ζευγάρι φτερά
Μου πουλούν κάτι κλεμμένα τελικά
Κι όμως επιμένω
Παίρνω φόρα και ζυγίζω τον καιρό
Το κορμί μου στο κενό να εμπιστευτώ
Και ξεχνάω πως κι αυτό τοιν ουρανό
Τον έχουν πουλημένο


Κορώνα γράμματα

Κορώνα γράμματα κι αν ζαλιστείς
Πάντα θα υπάρχει μια γιορτή να μοιραστείς
Ολα κοστίζουνε κι όμως τι μ αυτό
Οτι σε πόνεσε σε έκανε θεό
κι έσφαξες τη μια ομορφιά για να πιεί το αίμα
η άλλη, γιατί είναι το κορμί αμμουδιά
που θέλει το χειμώνα να βγάλει

Κορώνα γράμματα πάει η ζωή μπροστά
κι ο χρόνος νόμισμα που κατρακυλά
είμαστε χρώματα μέσα σε γυαλί
όπως οι μπίλιες που παίζαμε μικροί
και σφάζαμε μια ομορφιά για να πιεί το αίμα
η άλλη, γιατί είναι το κορμί αμμουδιά
που θέλει το χειμώνα να βγάλει

Κορώνα γράμματα σκύβεις να δεις
κι οι όψεις χάνονται πριν σιγουρευτείς
σαν δυο φαντάσματα που κράτησαν γερά
μες στα ερείπια μια παιδική χαρά
κι έριξες μια ομορφιά για ν ανέβει
στην κούνια η άλλη, γιατί είναι το κορμί
αμμουδιά
που θέλει το χειμώνα να βγάλει


Ο Γορίλας

Στην πλατεία μιας επαρχίας το πλήθος κοίταζε ενθουσιασμένο
ένα γορίλα που κάτι τσιγγάνοι τον είχαν φέρει φυλακισμένο.
Δίχως αισχύνη και σεβασμό οι γεροντοκόρες του χωριού

παίζουν αναίσθητα με το ζώο  δεν λέω πώς, δεν λέω πού
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟ ΓΟΡΙΛΑ!
Ξαφνικά το μεγάλο κλουβί που έγκλειστη ζούσε η κακόμοιρη φύση απότομα
ανοίγει
δεν ξέρω γιατί ίσως να το είχαν άσχημα κλείσει

Το Τέρας βγαίνοντας έξω από κει
σκέφτηκε σήμερα θα το αναλάβω μιλούσε για την παρθενιά του που χρόνια τώρα
τον είχε σκλάβο
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟ ΓΟΡΙΛΑ!
Ο αφέντης ούρλιαζε Προσοχή! του γορίλα τούχει σαλέψει, δεν έχει δει ποτέ
του μαϊμού, γι αυτό μπορεί να τα μπερδέψει

Απ τους παρόντες τότε καθείς σπεύδει τα νώτα του να προφυλάξει
οι γεροντοκόρες απόδειξαν πώς άλλο τα οι ιδέες κι άλλο η πράξη
Ο όχλος ομοθυμαδόν ξεχύνεται έντρομος στο δρόμο
μα ένας ψύχραιμος δικαστής και μια γιαγιά δεν είχαν λόγο και αφού
οι υπόλοιποι την είχανε κάνει
το θηρίο πάτησε γκάζι τη γριούλα και τον δικαστή με τέσσερις πήδους τους
αρπάζει
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟ ΓΟΡΙΛΑ!

Αχ! αναστέναξε η γιαγιά Να με πάρει εμένα είναι απίθανο μάλλον θα ήταν
τελείως παράξενο και.. δεν θα το ευχόμουν εκτός των άλλων

Να με μπερδέψει
με μια μαϊμού είπε ο δικαστής ενοχλημένος είναι αδύνατον εντελώς Στο
τέλος βγήκε γελασμένος
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟ ΓΟΡΙΛΑ!

Απαξιώντας λοιπόν τη γιαγιά, το δικαστή σφίγγει με πάθος
και προς τους θάμνους τον τραβά ενώ αυτός του φώναζε κάνεις λάθος Τι
ακριβώς συνέβη εκεί πίσω αδυνατώ να αναφέρω εκτενώς
Μα με είχε το θέαμα συνεπάρει τι σφρίγος, τι ένταση, τι ρυθμός
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟ ΓΟΡΙΛΑ!

Θα πω μονάχα πως στο κορύφωμα που είχε το αλλόκοτο τούτο δράμα
στρίγκλισε κλαίγοντας ο δικαστής στα διαλείμματα φώναζε μάνα..

Φώναζε Μάνα σαν τον φουκαρά που χθες καταδίκασε για ληστεία και για κοινό
παραδειγματισμό τον αποκεφάλισε στην πλατεία
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟ ΓΟΡΙΛΑ!


Απ τον παράδεισο

Μοιάζει η αγάπη να είναι κοχύλι μικρό
που η ψυχή μου τυχαία έχει βρει
και να το εξηγήσει διαρκώς προσπαθεί
σήμερα τα λόγια σου απ τον παράδεισο νάρχονται μοιάζουν

Στην ασπρόμαυρη ζωή μου για λίγο
τα χρώματα αλλάζουν
Ξέρω πως αύριο θα έχεις χαθεί μα μίλα μου ακόμα κι αν αύριο ξεχάσεις όσα
πιστεύεις
Κι όσα έχεις πει σήμερα τα λόγια σου απ τον παράδεισο νάρχονται μοιάζουν

Στην ασπρόμαυρη ζωή μου για λίγο
τα χρώματα αλλάζουν
Φεύγει κι έρχεται ο έρωτας κι εμείς
πιο σφιχτά γαντζωνόμαστε απ το ένα στο άλλο κορμί
για να κρατηθούμε σ αυτή τη φυγή
σήμερα τα λόγια σου απ τον παράδεισο νάρχονται μοιάζουν


Κόκκινο θολό φεγγάρι 

Κόκκινο θολό φεγγάρι
σαν τα όνειρα μας ξενυχτάς
και απ τις φυλακές αυτού του κόσμου
γύρω στα μεσάνυχτα το σκας

Ρίχνεις μέσα στ άδεια μας ποτήρια
τ ουρανού το αίμα και το φως
και φταίει εκείνη η ανταύγεια σου η μυστήρια
που είμαι για τα πάντα ικανός
Κόκκινο θολό φεγγάρι
πίνω απ τη σιωπή σου μια γουλιά
σαν καυτό σφηνάκι να με πάρει
μέσα από του φόβου τη φωλιά
Μέσα απ τα κομμάτια αυτής της πόλης
που κύλησαν στα πόδια σου μπροστά
και στο μεταξωτό της το φουστάνι
πιάστηκε η τύχη μου γερά

Κόκκινο θολό φεγγάρι
πάρε με μαζί σου να χαρείς
μέσα στο κελί μου έχω σαλτάρει
σαν απόκληρος της διαφυγής
Αχ κα να μπορούσα έστω για λίγο
να σε μοιραστώ από μακριά
θάχε χαλαρώσει αυτός ο κόμπος
του μικρού θανάτου μου η θηλιά

Κόκκινο θολό φεγγάρι
σαν τα όνειρά μας ξενυχτάς
και απ τις φυλακές αυτού του κόσμου
γύρω στα μεσάνυχτα το σκας
Κι έτσι ματωμένο ταξιδεύεις
σαν χαρταετός χωρίς κλωστή
είσαι εσύ του χρόνου ο καθρέφτης
τίποτα κι αιώνιο μαζί

 

Ο Αμλετ της Σελήνης

Ξεγέλασες τους ουρανούς με ξόρκια μαύρη φλόγα
πως η ζωή χαρίζεται χωρίς ν ανατραπεί
Κι όλα τα λόγια των τρελών που ήταν δικά μας λόγια
τα μάγευες με φάρμακα στην άσωτη σιωπή

Πενθούσες με τους Έρωτες γυμνός και μεθυσμένος
γιατί με τους αθάνατους είχες λογαριασμούς
Τις άριες μιας όπερας τραύλιζες νικημένος
μιας επαρχίας μαθητής μπροστά σε δυό χρησμούς

Τι ζήλεψες, τι τάθελες τα ένδοξα Παρίσια
Έτσι κι αλλιώς ο κόσμος πια παντού είναι τεκές
Διεκδικούσες θαύματα που δίνουν τα χασίσια
και παραισθήσεις όσων ζουν μέσα στις φυλακές

Και μια βραδιά που ντύθηκες ο Αμλετ της Σελήνης
έσβησες μ ένα φύσημα τα φώτα της σκηνής
Και μονολόγους άρχισες κι αινίγματα να λύνεις
μιας τέχνης και μιας εποχής παλιάς και σκοτεινής


Δεν είμαι άλλος

Πίσω απ το φως της μουσικής που ταξιδεύεις
είσαι ολόκληρη αργεντίνικο ταγκό
Και μήτε στ όνειρό σου πια δε με γυρεύεις
όπως παλιά μ ένα σκοπό χερουβικό

Και για τον κόσμο που μισείς δεν είμαι άλλος
και για τον κόσμο που αγαπάς δεν είμαι αυτός
Άλλοι νομίζανε πως ήμουνα μεγάλος
κι από σπουργίτι θα γινόμουνα αετός

Μες στα νεκρά τα καφενεία ρίχνει χιόνι
κι εγώ πενθώ την ερημιά ενός φιλιού
που σαν το ρούχο η αγάπη μας παλιώνει
κι είναι σαν ήχος χαλασμένου πιστολιού

 

Θα 'θελα να 'σουνα εδώ 


Θέλω να σου στείλω
μια λευκή κόλλα χαρτί
γιατί είσαι η μόνη που μπορεί
τη σιωπή μου να διαβάζει

Ήσουν παράθυρο που άντεξε
στου αέρα την οργή
μα λύγισες στ αρώματα του Μάη

Μια γεύση τρικυμίας
στα χείλια σου να υφαίνεις
δυο χείλια που αργήσανε
πολύ να ξεδιψάσουν

Κι εγώ καΐκι που ερωτεύτηκε
μαζί σου να πνιγεί
απόψε ταξιδεύω στα νερά σου

Θάθελα νάσουνα εδώ
σαν προσευχή, σαν φονικό
να σε δικάζω και να σε παρηγορώ

Θάθελα νάσουν μυστικό
στην ενοχή σου να κρυφτώ
να σου ξεφύγω και μπροστά μου να σε βρω

Ξεχείλισα από όσα
έχω μοιραστεί
κι ένιωσα λειψός
με όσα έχω κρατήσει
με ψάχνει ότι έχασα
και εγώ στριφογυρνώ
χαμένος μέσα σ ότι έχω κερδίσει

 

Το Δώρο

Έτσι όπως τρυγώ - τα στερνά σταφύλια
τους ψίθυρους μαζεύω - για δώρο σου ακριβό
σου στέλνω ένα τραγούδι - χώμα απ την καρδιά μου
μ ότι δεν ξερίζωσε - η θλίψη μου ως εδώ
ποτίζω ένα τραγούδι - στάχτη απ το φιλί μου
που ο καυτός αέρας - μου άφησε στα χείλια

Τη λίμνη θα διπλώσω - σε πλεχτό καλάθι
για να σε τυλίξει - η κρούστα της η πορφυρή
χρυσό απ το μεσημέρι - λάβα από τ αγέρι
που ήπιε η ανηφόρα - πάνω στην κορφή
τον κέδρο που σωπαίνει - το μοβ που υποφέρει
μόνο του κι απόλυτο - στην άγονη κορφή

Φεγγάρι μου κι αγρίμι - πάρε της ελιάς το ασήμι
σκύβει η χαρά μου - σαν την προσπερνάς
μα ουρλιάζει μες στα σκίνα - τη δίψα μου προσκύνα
κι αστράφτει η περηφάνια μου - σαν τη σπαταλάς
στη στόλισα μ αγκάθια - και λάσπη απ΄το κορμί μου
πες μου αν αντέχεις - το δώρο που κρατάς


H τράπουλα

Η αγάπη είναι μια τράπουλα σημαδεμένη
μονάχα ότι ξόδεψες σε προστατεύει
αν ήμουν παιχνίδι θάχες κερδίσει
αν είχα φαντασία θα σ είχα ζωγραφίσει
σε φύλλα γυάλινα να τα κάνεις κομμάτια
κι αλίμονο αν είχα ένα μαχαίρι αντί για μάτια

Ας μην μπορούσα ν αρνηθώ ποτέ μου
πως αν ήμουν γωνιά θα σ είχα αποκοιμίσει
αν ήμουν βροχή θα σ είχα ποτίσει
αν ήμουν σκιά θα σ είχα κρύψει.

Αν ταξίδευα στ αλήθεια θα σε συναντούσα
σε κάθε σταυροδρόμι χίλιες φορές θα σε φιλούσα
αν ήμουν όπλο θα σ είχα προστατέψει
και στην καρδιά το χρόνο θα είχα σημαδέψει
αν ήμουν ιερέας σαν προσευχή
με τη γλώσσα μες στα δόντια μου θα σε φορούσα

Αν ήμουν πιστός θα ήσουν ο ψαλμός μου
με τα δάχτυλα στα χείλια θα σε τραγουδούσα..
Αν ήμουν αγκαλιά θα σ είχα πείσει
με χείλια ματωμένα θα σ είχα νικήσει
αν μου έφτανε η ανάσα θα σε ξεδιψούσα
αν είχα εύκολα τα λόγια θα σε σταματούσα
σε κάθε σταυροδρόμι θα σε σταματούσα
μα αν ήμουν σταυρός θα σε καρφώναν ακόμα

Κι όμως σαν τον κλέφτη σαν το δολοφόνο
κρύβομαι στο φως της διαδρομής σου
για να κλέψω τα βήματα, την όμορφη σκιά σου
ν αγαπήσω το σκοτάδι φτάνει νάμαι κοντά σου
Να σε κάνω δικιά μου ατέλειωτες ώρες
τόσο δικιά μου που να μπορώ να σε σκοτώσω
πριν με δεις να φεύγω μόλις ξημερώσει
κι εγώ να σου χρωστάω που ζω, να σου χρωστάω

Γιατί η αγάπη είναι μια τράπουλα σημαδεμένη
κι όλοι εμείς στα νύχια της βαφτισμένοι
κι αν η αγάπη είναι γεμάτη σημάδια να μαντέψω
συγχώρα με αν δεν προλαβαίνω πάντα να τα δω
συγχώρα με που προλαβαίνω πάντα ν αμυνθώ


αν ακούς


Συλλαβίζω ακόμα τον ρυθμό
αν ακούς, στις μουσικές σου πετώ
φτάνουν λίγα κάρβουνα οι ματιές
μια ζωή να προσκυνάω δυο στιγμές
 
Μόνο τα σημάδια του έρωτα αγκαλιάσαμε
στην καρδιά μια βουτιά δεν αρκεί
Τ' άλλα είναι κοράλλια που ακόμα δεν τα φτάσαμε
είν' η αγάπη απάτητη γη

Συλλαβίζω αρώματα σκιές
αν μ' ακούς, ακούω κι αυτά που δεν λες
Φτάνει ένα φιλί σου προσευχή
να 'ρθει ο ήλιος για μια βόλτα στη γη

Μόνο τα σημάδια...
Μόνο τα σημάδια...
 
Το τραγουδάκι μου το έμαθε ένα παπάκι
Και τη ζωή μου από το ίδιο παπάκι την έμαθα
Του τη χρωστάω.. και τη ζωή και το τραγούδι
Να είναι πάντα καλά


AΒΑΤΟ

Δεν είν’ αλήθεια
πως άνοιξε η πόρτα
και μπήκε στο σκοτάδι
του κήπου η ευωδιά
απ’τα υγρά τα χόρτα

Δεν ειν’ αλήθεια
στο άβατο αυτό
που έσβηνε η ζωή μου
πως άναψε στα χείλια
κρυφό φιλί καυτό

Μαλλιά βρεγμένα
δάχτυλα μπλεγμένα
το φως που ξημερώνει
η αγάπη που λυτρώνει
στη θάλασσα, να κρυφτούμε στη θάλλασσα
να χαθούμε στη θάλασσσα μαζί

Δεν είν’ αλήθεια
πως είδαμε τ’ αστέρια
μαζί με το φεγγάρι
να κρέμονται γλυκά
απ’των κλαδιών τα χέρια

Κι αν είν’ αλήθεια
πως ήρθε καλοκαίρι
ο ήλιος ο ζεστός
μας πήρε μια για πάντα
απ’ της βροχής τα μέρη

Μαλλιά βρεγμένα
δάχτυλα μπλεγμένα
το φως που ξημερώνει
η αγάπη που λυτρώνει
στη θάλασσα, να κρυφτούμε στη θάλλασσα
να χαθούμε στη θάλασσσα μαζί



η εποχή των ανέμων

τον καιρό των ανέμων
σε μιαν άλλη εποχή
να πετάς σ’είχα δει
με φτερά ραγισμένα

τον καιρό των ανέμων
μεθυσμένη βροχή
είχες πέσει στη γη
γα να ζήσεις με μένα

τον καιρό των ανέμων
σ’αγαπούσα πολύ
και κανείς μη σου πει
πως δεν ήσουν για μένα

της ψυχής μου γαλάζιο
μεταξένιο πουλί
ακριβή μου γιορτή
δυο ζωές,σώμα ένα

η εποχή των ανέμων
έχει αλλάξει καιρό
μόνο εγώ λαχταρώ
το δικό σου σημάδι

της φυγής σου το χάδι
αγκαλιά το κρατώ
πεινασμένο μωρό
με ξυπνάει κάθε βράδυ

τον καιρό των ανέμων
σ’αγαπούσα πολύ
και κανείς μη σου πει
πως δεν ήσουν για μένα

της ψυχής μου γαλάζιο
μεταξένιο πουλί
ακριβή μου γιορτή
δυο ζωές,σώμα ένα

τον καιρό των ανέμων
σ’είχε φέρει η σιωπη
και κανείς δεν μπορεί
να σε πάρει από μένα



είσαι ακόμα εδώ

Κι είσαι ακόμα εδώ
μια και χαϊδεύω τη σκόνη σου
όπως χαϊδεύω τα φεύγω σου
είσαι ακόμα εδώ,
σίγουρα είσαι εδώ,
μα η ζωή μου που είναι?

κι είσαι ακόμα εδώ
μια και σκουπίζω τις στάχτες σου
στο σκονισμένο μπαλκόνι σου
είσαι ακόμα εδώ,
σίγουρα είσαι εδώ,
μα η ζωή μου που είναι;

Σαν τατουάζ μείνε πάνω μου
με το ανεξίτηλο χάδι σου
σα χαρακιά στην παλάμη μου
να κουβαλά το σημάδι σου

κι είσαι ακόμα εδώ
κι εγώ λεκές στο φουστάνι σου
όπως απλώνομαι στο χάδι σου
είσαι πάντα εδώ,
σίγουρα είσαι εδώ,
μα η ζωή μου έχει φύγει...



Με τον Εκτορα


Εσένα σε φωνάζαν Αχιλλέα
Μα εγώ αγαπούσα, ξέρεις, πιο πολύ
Εκείνους που η ζωή ξεχνάει μονάχους
Χωρίς αγάπη, σπίτι και φιλί

Εσένα σε φωνάζαν Αχιλλέα
Ηθελες να’ σαι εσύ ο δυνατός
Μα ο κόσμος ο γεμάτος από πόνο
Για μένα ήτανε φίλος πιο πιστός

Ημουνα πάντα με τον Εκτορα
Που ήξερε πως δεν έχει ελπίδα
Μα βγήκε από τα τείχη και πολέμησε
Για της ψυχής του την πατρίδα
Ημουνα πάντα με τον Εκτορα

Εσένα που σε λέγαν Αχιλλέα
Σε ξάπλωσε στην άκρη του γιαλού
Εκείνη η κρυφή πληγή στη φτέρνα
Που λέει το παραμύθι του τυφλού

Ζωή

Ζωή, Ζωή
σ' αγαπώ τόσο πολύ
γιατί νόημα δεν έχεις
κι ας ψάχνω ο έξυπνος χρόνια να
βρω το κλειδί σου
Σ' ακολουθώ
σαν του ανέμου το ουρλιαχτό
και κυλιέμαι μαζί σου
σε κλείνω στις χούφτες μου πριν
οι θεωρίες σε σκορπίσουν

Όσο διαρκούν οι στιγμές, διαρκείς φευγάτη κι εσύ
σαν τον κλέφτη
σε καμία ιδέα δε χωράς και
ο κάθε Θεός τόσο στενός σου πέφτει

Ζωή, Ζωή στα παιχνίδια σου η αρχή και το τέλος
του κάθε φανατισμού που με καίει
με τρώει και με σώνει
στων φίλων μου τις ανάσες ακουμπώ
κι είναι μάλλινο ρούχο η χαρά τους
για να μην κρυώνω καθώς ξημερώνει

Δυο χιλιάδες κρύσταλλα εγώ
και όσο μ' αγαπάς μια κλωστή με κρατάει
οι διαφορές μας βροχή κοίτα στις σταγόνες
της πως ο έρωτας μας κυλάει

Ζωή, Ζωή σε μισώ τόσο πολύ γιατί
ασήκωτη γέρνεις στην πλάτη μου
ενώ μπρος στα μάτια μου μοιάζεις με στάχτη
Ζωή γλυκιά να σου δώσω μια σπρωξιά
στο κενό μου να πέσεις
μα πως μετανιώνω σαν φτάνεις
γυμνή εκεί στην άκρη

Θέλω να σε πάρω αγκαλιά,
ψέματα καινούργια να εφεύρω πάλι
και σε μια γωνιά εγώ κι εσύ
σαν δυο κολλητοί να πιούμε απ' το ίδιο μπουκάλι,
Ζωή, Ζωή..


Ιστορία παλιά ( Ελευθερία Αρβανιτάκη, Χρήστος Θηβαίος)

Ιστορίες παλιές
θα ΄ρθεις να πεις να διαλέξω
τις ξέρω καλά
τις ξέρω τις έμαθα απ' έξω

Ιστορία παλιά
που σου λέει ξανά σ' αγαπώ
τώρα πάω, πάω μακριά

Και ό,τι κι αν πεις
είναι αργά δε μετράει
σαν σπάσει η αγάπη
ξανά δεν κολλάει

Τώρα πάω, πάω μακριά
σ' αγαπάω, μα ειν' αργά

Ιστορία παλιά
θα σου πω άλλη μια φορά
τα λόγια της ακριβός θησαυρός
οι λέξεις της είναι χρυσός

Μην την πεις
μην την πεις μ' ακούς
η σιωπή σου ειν' ο μόνος χρυσός
δε σ' ακούω, δεν έχεις φωνή
τα ξεπούλησες όλα, δε μένει δραχμή
και στη μάχη που θέλεις να πας
έχεις χάσει από πριν
φύγε, μην πολεμάς

Τι μου ΄πες τι σου πα
είναι αργά δε μετράει
σαν σπάσει η αγάπη
ξανά δε κολλάει

Μα πού πας;
Πάω μακριά
Μ' αγαπάς;
Σ' το λέω ειν' αργά!

Ιστορία παλιά
τελευταία φορά θα σου πω
μην ψάχνεις τέλος κι αρχή
η φωτιά σου έχει σβήσει
είμαι σ' άλλη εποχή

Πονά η φωνή σου, μη λες
αν φύγεις εσύ
δεν υπάρχω κι εγώ
δεν έχει η ιστορία
αρχή ούτε τέλος
κάθε της λέξη θανάσιμο βέλος

Και ό,τι κι αν πούμε
είναι αργά, δε μετράει
σαν σπάσει η αγάπη
ξανά δε κολλάει

Τώρα πάω, πάω μακριά
σ' αγαπάω, μα είναι αργά
τώρα πάω, σ' αγαπάω


Χορεύω

Κάτω στο βυθό μες στης πολιτείας την τσιμεντένια ψυχή
από τις επιλογές του,βλέπω τον καθένα μας
να προσπαθεί να σωθεί..τσίρκο αναμμένο
ειναι ο τόπος κι εμεις σχινοβάτες
σ'άυτό το κλουβι.

Και χορεύω,χορεύω,χορεύω
και την μοίρα μου μες στου χορού τις στροφές
ξεγελάω και την παρασέρνω.

Καθημερινά άλλοι αποφασίζουν για μένα σ'αυτόν τον κλοιό
σκλυβω στην εφημερίδα κι είναι σαν να σκύβω
ανέμελος σ'έναν γκρεμό
μέσα στην αρένα το θέαμα κι ο θεατής ειμαστε εμείς.

Και χορεύω,χορεύω,χορεύω
και την μοίρα μου μες στου χορού τις στροφές
ξεγελάω και την παρασέρνω.
Και χορεύω,χορεύω,χορεύω και άναρχος
μες στου χορού τις στροφές τη μοιρα μου
εγώ κοροιδεύω.
Χορεύω και με δικαιώνω
και την μοίρα μου που μου την έχει στημένη
στο γλέντι μου απάνω σκοτώνω.


Αγάπη (πόσο πολύ σ' αγάπησα)

Πόσο πολύ, πόσο πολύ,
πόσο πολύ σ' αγάπησα
πόσο πολύ σ' αγάπησα
ποτέ δε θα το μάθεις
Απ' τη ζωή, απ' τη ζωή,
απ' τη ζωή μου πέρασες
κι αλάργεψες κι εχάθης
καθώς τα διαβατάρικα
κι αγύριστα πουλιά

Πόσο πολύ σ' αγάπησα,
ποτέ δε θα το μάθεις

Κι αν δεν προσμένεις να με δεις
κι αν δεν προσμένεις να με δεις
Κι εγώ πως θα ξανάρθεις,
εσύ του πρώτου ονείρου μου
γλυκύτατη πνοή

Αιώνια θα το τραγουδώ,
αιώνια θα το τραγουδώ
κι εσύ δε θα το μάθεις,
πως οι στιγμές που μου 'δωσες
αξίζουν μια ζωή

Πόσο πολύ σ' αγάπησα,
ποτέ δε θα το μάθεις


Μείνε


Κράτησέ με σα να με γεννούσες
σαν ωκεανός που αναζητούσες
όπως ο ουρανός τον άσωτό του γιο.

Κράτα με κι αρχίζει ο κόσμος τώρα.
Κράτα με που πέθανα σαν χώρα.
Κράτησέ με σα να ζήλευες ξανά.

Μείνε για ν`αντέξω το χρόνο
πριν με γκρεμίσει.
Μόνο εσένα θέλω
ένα δρόμο να μου χαρίσεις.
Είναι ριζωμένος ο φόβος μου
σαν νύχτα βαθιά
Γίνε γύρω απ`το πρόσωπό μου
ζεστή αμμουδιά.

Κράτα με λες κι ήρθα από τ`αστέρια
κράτα με κι ας έχω αίμα στα χέρια
αγάπησε τα λάθη που θα κάνω πριν χαθώ.

Κι από την αρχή ζωγράφισέ με
σαν τις τύψεις σου αγκάλιασέ με
όσο το κορμί ρίχνει σκιά θα σου δοθώ.

Κράτα με σαν όρκο ξεχασμένο
σαν ένα τριαντάφυλλο σπασμένο
θέλω μόνο στο φιλί σου να πλυθώ.


Ας χαθείς

Μες στα σύννεφα, ζωή μου
μακριά απ'τη φυλακή μου να με πας
Να μ'αγγίζει ο αέρας,
σαν το ξύπνημα μιας μέρας να γελάς.
Να κουρνιάζω στο πλευρό σου,
μες στο παραμιλητό σου να με βρεις.
Ν'ακουστεί το όνομά μου
κι εσύ ράγισε, καρδιά μου
κι ας χαθείς, ας χαθείς.

Να με σήκωνε ένα κύμα
να με λύτρωνε απ'το κρίμα της ψυχής.
Να ξεπλύνει το θυμό μου
να ξανάρθει τ'όνειρό μου να το δεις.
Ας ερχόταν ένα βράδυ
να 'χε φως κι όχι σκοτάδι να το ζεις.
Να μπορώ να σου γελάσω
κι ύστερα να προσπεράσω
κι ας χαθείς, ας χαθείς.

Του μυαλού μου οι εικόνες
να 'σβηναν σαν να 'ταν πόρνες της στιγμής.
Να μην έχω να θυμάμαι όλα αυτά που με πονάνε, ας χαθείς.
Να μην ξέρω πια τι κάνεις,
άλλο να μη με πικράνεις, δεν μπορώ.
Δεν μπορώ να σε κοιτάζω και στα λόγια να μη βάζω σ'αγαπώ.


Κανείς δεν έρχεται

Κοιτάζεις ώρες την οθόνη
της τηλεόρασης το χιόνι
που έχει γεμίσει όλο το σπίτι και το χωλ.
Κουβέρτες,βάζα-μαύρα χρόνια
σερβίτσια,πιάτα,τα βιβλία και τα μπολ.

Μα κανείς δεν έρχεται.Δε θα`ρθει
γιατί κανείς δε νοιάζεται να μάθει
πώς είναι η κόλαση με χιόνι και φωτιά.
Πάρε τα ηρεμιστικά σου
να λες πως όλα είναι δικά σου
κι η ευτυχία σου κλεισμένη σε κουτιά.

Κοιτάζεις ώρες το ταβάνι
σα να περίμενες καράβι
πως με φτερά κάποτε θα`ρθει από το ουρανό.
Τις ξέρω τέτοιες παραισθήσεις
που σου μιλούν για κατακτήσεις
κι όλα τα βλέπεις σαν εχθρό Αγαρηνό.


Εσύ, η πόλη μου


Είχες τα μάτια σου κλειστά
και δεν κοιμήθηκα
Είχες τα χέρια σου ανοιχτά
κι εγώ φοβήθηκα

Κι όταν στην τόση απουσία σου
στην τόση απουσία σου διψάω
κοντά στο σκουλαρίκι σου κοντά
να σου το τραγουδάω

Θα γίνω χίλιες μαχαιριές
να σ' αγκαλιάσω
Κι εσύ δεν κόπηκες
Φίλησα χίλιους δυο προτού να σ' αρνηθώ
μα δεν προδόθηκες

Θέλω μονάχα να ορκιστώ
στ' αρώματά σου
πως τα όνειρά μου ήταν θολά
σαν τα δικά σου

Δεν τα πίστεψα ποτέ
τα είχα ανάγκη όπως ποτέ
μα στην υγειά σου
Πάντα θα γέρνω για να δω
τα σύννεφα στα γόνατά σου

Η πόλη σου φυσάει
φυσάει στα μάτια μου
Τα πέτρινα φιλιά σου στα μάτια μου
που ποτέ δε θα χορτάσω
ποτέ κι αν σε μαγέψω

Η ζωή μου πως φλερτάρει
ότι δεν είμαι ικανός να προστατέψω


Πιο πέρα από τα μάτια


Τα όνειρά μας σκόρπισαν στον κόσμο το μεγάλο
σαν χρώματα που χάθηκαν το ένα μες το άλλο
Στις Πολιτείες του Βορρά μετράς τη διαδρομή σου
μες στης νυχτιάς τη σιγαλιά "διαβάζω" το κορμί σου

Μη με ρωτάς για τις χαμένες ομορφιές
είναι "γραμμένες" στα κορμιά και στις ψυχές
στα μαγικά σου οδήγησέ με μονοπάτια
βλέπει αστέρι μου η καρδιά πιο πέρα από τα μάτια

Τα όνειρά μας σκόρπισαν στον κόσμο το μεγάλο
σαν χρώματα που χάθηκαν το ένα μες το άλλο
Στις πολιτείες του Βορρά ζητάς μέσα στα κρύα
χαμόγελα που φύλαξες σε μια φωτογραφία

Μη με ρωτάς για τις χαμένες ομορφιές
είναι "γραμμένες" στα κορμιά και στις ψυχές
Φτιάξε φωλιές καλοκαιριού μες το χειμώνα
πες μου πως τα καλύτερα δεν ήρθανε ακόμα

Στίχοι: Άλκης Αλκαίος

Comments